Μίλτος Σακελλάρης
Ο Εμμανουέλ Μακρόν περπατούσε χαμογελαστός πλησιάζοντας τον Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι. Το ημερολόγιο έγραφε 24 Απριλίου. Ανήμερα του Πάσχα. Δίπλα του η σύζυγός του και αρκετά νέα παιδιά. Είχε νικήσει «καθαρά» τη Μαρίν Λεπέν στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών με σημαντική διαφορά. Η έκφραση της σιγουριάς στο βλέμμα του ήταν μεγάλη.
Ανέβηκε στο βήμα και απηύθυνε μήνυμα ενότητας, ένα μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση: «Είμαι πρόεδρος όλων των Γάλλων». Πλέον ο δρόμος που έχει να διανύσει είναι αρκετά δύσκολος, γεμάτος «αγκάθια». Η διπλωματική συγκυρία γεννάει αυτομάτως πολλές δυσκολίες τόσο για τον ίδιο όσο και για το ευρωπαϊκό στερέωμα. Ο Γιώργος Ν. Τζογόπουλος, senior fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο Begin Sadat Centre του Ισραήλ και λέκτορας διεθνών σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο της Νίκαιας και στο Πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμη περιγράφει στο skai.gr τους βασικότερους λόγους που η πορεία του Γάλλου προέδρου για τα επόμενα πέντε χρόνια στο Μέγαρο των Ηλυσίων δεν θα είναι καθόλου εύκολο.
«Η αναμέτρηση του με την Μαρίν Λεπέν δεν ήταν τόσο εύκολη όσο το 2017 αλλά η νίκη του ήταν καθαρή. Η πολιτική συνέχεια θεωρείται πλέον δεδομένη τόσο στα εσωτερικά της Γαλλίας όσο και στις διεθνείς της σχέσεις. Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν πολλές. Οι βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου θα αποτελέσουν την πρώτη δοκιμασία για τον Γάλλο πρόεδρο μετά την επανεκλογή του. Τα προηγούμενα πέντε χρόνια κατάφερε να κυβερνήσει έχοντας την πλειοψηφία στη γαλλική εθνοσυνέλευση των 577 εδρών. Η πιθανότητα να το ξαναπετύχει είναι μεγάλη, αν και πολλά θα εξαρτηθούν από τις συζητήσεις των επόμενων βδομάδων μεταξύ των κομμάτων και ενδεχόμενες συνεργασίες μεταξύ τους», ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής διεθνών σχέσεων.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει άμεσα, όπως εξηγεί ο κ. Τζογόπουλος στο skai.gr, είναι αυτό της αποχής από τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές: «Η αποχή στις βουλευτικές εκλογές του 2017 ξεπέρασε το 50%. Αν κρίνουμε από την αποχή στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της περασμένης Κυριακής που έφτασε στο 28%, θεωρείται εξαιρετικά απίθανο οι Γάλλοι πολίτες, ιδίως οι νέοι, να αλλάξουν τακτική τον Ιούνιο. Αυτό σημαίνει πως ίσως το κόμμα «La République En Marche!» του Μακρόν και εκείνα που το στηρίζουν επωφεληθούν από τη χαμηλή προσέλευση, επενδύοντας στη συμμετοχή ψηφοφόρων μεγαλύτερης ηλικίας που συνήθως εμφανίζονται στις κάλπες. Σε διαφορετική περίπτωση, ο Γάλλος πρόεδρος θα αναγκαστεί να καταφύγει στη λύση της συγκατοίκησης».
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών, το μεγαλύτερο ζήτημα που αντιμετωπίζει πλέον η γαλλική κοινωνία είναι η αύξηση των ανισοτήτων. «Η ανάλυση της οικονομικής και επαγγελματικής κατάστασης των ψηφοφόρων του Μακρόν και της Λεπέν προκαλεί ανησυχία. Ο Γάλλος πρόεδρος βασίζεται κυρίως σε υψηλά αμειβόμενους, εργασιακά ικανοποιημένους και μορφωμένους πολίτες, ενώ η αρχηγός του «Εθνικού Συναγερμού» στην εργατική τάξη, σε ανέργους και σε λιγότερο μορφωμένους πολίτες. Η δύσκολη αποστολή του Μακρόν είναι να επουλώσει τις πληγές και να δώσει όραμα, κυρίως στους ψηφοφόρους εκείνους, οι οποίοι επέλεξαν τη λύση της ακροδεξιάς λόγω της πολύπλοκης οικονομικής συγκυρίας, που επιδεινώνεται με την ουκρανική κρίση», συνέχισε ο Γιώργος Τζογόπουλος.
Σίγουρα, όπως υπογράμμισε ο καθηγητής, η εκλογή Μακρόν ήταν ιδιαζόντως ανακουφιστική για την Ευρώπη που παρακολουθούσε με «κομμένη ανάσα» την πιθανότητα της εκλογής της ακροδεξιάς, Μαρίν Λεπέν. Μία πιθανότητα που τρόμαζε και τους πιο επιφυλακτικούς διεθνείς αναλυτές. «Οι πανηγυρισμοί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών είναι θεμιτοί. Αποφεύχθηκε ο πολιτικός σεισμός και η έναρξη ενός καινούριου, απρόβλεπτου κεφαλαίου στις σχέσεις της Γαλλίας με τις Βρυξέλλες, και γενικότερα με τον κόσμο. Παρόλα αυτά, η επανεκλογή Μακρόν βασίστηκε κυρίως, όπως συνέβη το 2017, στη αποδόμηση του πολιτικού του αντιπάλου, της ακροδεξιάς ιδεολογίας της, και του γενικότερου παρελθόντος της ίδιας και του πατέρα της. Σε μία Γαλλία, όμως, όπου τα δύο παραδοσιακά κόμματα, οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Σοσιαλιστές, έχουν σχεδόν εξαϋλωθεί πολιτικά, η ανάδειξη νέων πολιτικών που θα έχουν το «χάρισμα» του Ντόναλντ Τραμπ και ενδεχομένως αντικαταστήσουν την Λεπέν τα επόμενα χρόνια, δε μπορεί να αποκλειστεί. Το προσπάθησε τους προηγούμενους μήνες ο Ερίκ Ζεμούρ – χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Σε κάθε περίπτωση, η επίκληση του φαντάσματος της ακροδεξιάς υπέρ άλλων πολιτικών δυνάμεων δεν είναι συνταγή παντοτινής επιτυχίας. Και έχει ήδη αρχίσει να κουράζει τους ίδιους τους Γάλλους πολίτες, όπως δείχνουν έρευνες κοινής γνώμης», τόνισε ο κ. Τζογόπουλος.
Πηγή: skai.gr
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις