Έναν προσωπικό διάλογο είχε με τη γειτόνισσα στο σπίτι που δολοφόνησε την Καρολάιν ο Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος, που θέλησε να υποβάλει ερωτήσεις στην γυναίκα που πολύ φορτισμένη κατέθεσε ενώπιον του ΜΟΔ για το ζευγάρι που είχε μεσοτοιχία στα Γλυκά Νερά.
Η μάρτυρας Αγγελική Γερολυμάτου περιέγραψε την καθημερινότητα της Καρολάιν όσο ο σύζυγος της έλειπε στην δουλειά του, χαρακτηρίζοντας τον κατηγορούμενο «χειριστικό σύζυγο». Όπως ανέφερε η κυρία Γερολυμάτου για την 20χρονη: «Ήταν εξαρτώμενη. Η Κάρολαϊν ήταν ένα παιδί κλεισμένο μέσα σε ένα σπίτι και περίμενε να έρθει ο σύζυγος της για να βγει να κάνουν τα ψώνια… Δεν έκανε τίποτα…».
Πρόεδρος: Δεν είχε την πρωτοβουλία να πάει στο σουπερμάρκετ;
Μάρτυρας: Αρκετές φορές δεν είχε πάνω της χρήματα. Μου το είχε πει
Πρόεδρος: Είχατε αντιληφθεί ότι είναι ικανός να κάνει αυτή την πράξη;
Μάρτυρας: Όχι. Η δίκη μου εκτίμηση ήταν ότι για κάποια πράγματα είχε αναλάβει τα ηνία ο σύζυγος. Το μόνο που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν ότι ενώ μιλούσαμε στο τηλέφωνο και ερχόταν ο σύζυγος της, μου έλεγα «κλείνω κλείνω κλείνω». Είχε ένα άγχος.
Περιγράφοντας την Καρολάιν, η μάρτυρας είπε πως «ήταν ένα παιδί καλοσυνάτο, ευαίσθητη και γλυκύτατο παιδί. Σίγουρα ήταν πιο κλειστός χαρακτήρας. Ποτέ δεν είχε νεύρα, πάντα ήταν συζητήσιμη». Μετά τη γέννηση της κόρης της, σύμφωνα με την γειτόνισσα του ζευγαριού, «δεν ήταν το χαμογελαστό παιδί που είχα συνηθίσει, δεν ήταν ευχαριστημένη από την ζωή της». Η μάρτυρας εξήγησε ότι «για την Καρολάιν πάνω απ’ όλα ήταν το παιδί…». «Είχε περάσει σε μια σχολή και ήθελε να σπουδάσει ζαχαροπλαστική. Λόγω της κατάστασης έλεγε να γίνει η Λυδία 2 ετών, να βρει μια κοπέλα να κρατάει το παιδί για να σπουδάσει, να συνεχίσει τα όνειρα της» κατέθεσε χαρακτηριστικά.
Η μάρτυρας είναι ο τελευταίος άνθρωπος που μίλησε μαζί του η Καρολάιν, πλην του συζύγου της, πριν χάσει τη ζωή της από τα χέρια του 34χρονου πιλότου.
Πρόεδρος: Την ημέρα εκείνη επικοινωνήσατε με την Καρολάιν;
Μάρτυρας: Με πήρε τηλέφωνο και μου έκανε εντύπωση γιατί η επικοινωνία μας συνήθως δεν είχε αυτή τη διάρκεια. Ήταν λίγο ανήσυχη. Είχε όρεξη για κουβέντα αλλά την καταλάβαινα ότι δεν είμαι καλά. Μου είπε ότι δεν είναι καλά ότι κάτι είχε ο σκύλος. Μου είπε ότι δεν είχε κάτι άλλο και μου ανέφερε ότι είχε κανονίσει με μια φίλη της να πάει για φαγητό. Μου είπε «δεν μπορώ», «έχω μπουχτίσει», ή κάτι τέτοιο.
Πρόεδρος: Ποτέ επέστρεψε;
Μάρτυρας: Στις 8:30 το βράδυ με τον σύζυγό της. Με το που μπήκαν σπίτι άρχισε να μου στέλνει μηνύματα αναφορικά με τα ζώα. Μου έκανε εντύπωση τη συγκεκριμένη ημέρα, γιατί από το πρωί μέχρι και το βράδυ, αν δεν είχα διακόψει τα μηνύματα, θα συνέχιζε.
Σύμφωνα με την κυρία Γερολυμάτου, τα ξημερώματα της επίμαχης ημέρας ξύπνησε από έναν δυνατό θόρυβο και εν συνεχεία άκουσε ένα κλάμα ζώου. «Ο κατηγορούμενος με κάλεσε στις 6:17. Σήκωσα το τηλέφωνο και τον άκουσα να φωνάζει. Δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Κατάλαβα ότι είχε πρόβλημα. Ξύπνησα τον σύζυγο μου και βγήκα έξω. Αντιλαμβανόμουν ότι ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε βοήθεια».
Ο πιλότος ζήτησε να εξετάσει την μέχρι πριν έναν χρόνο γειτόνισσα του λέγοντα στο δικαστήριο πως «έχω καιρό να τη δω… έχω μια οικειότητα πολύ μεγάλη για να της μιλάω στον ενικό». Ο Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε στη φιλοζωία του ίδιου και της Κάαρολάιν, ρωτώντας την μάρτυρα για τη στάση του απέναντι στα αδέσποτα ζώα. «Έχεις σκοτώσει τη Ρόξυ το καταλαβαίνεις αυτό; Και τα καταρρίπτει όλα» του απάντησε κοφτά η γυναίκα.
Ο κατηγορούμενος ανέφερε πως μετά τον θάνατο της Καρολάιν η μάρτυρας και ο σύζυγος της τον “αγκάλιασαν”.
Μάρτυρας: Εσύ και η Καρολάιν ήσασταν οικογένεια μας, προσπαθούσαμε να σου συμπαρασταθούμε… Δεν ήθελε να πάει το μυαλό μου. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι δυο παιδιά που είχα σαν παιδιά μου.. Ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Για αυτό σε είχα σπίτι μου… Γιατί το έκανες αυτό; Γιατί το έκανες;
Πρόεδρος: Κάνετε ένα προσωπικό διάλογο και είμαστε σε δικαστήριο. Πρέπει να είναι συγκεκριμένη η ερώτηση
Κατηγορούμενος: Από την πρώτη μέρα μέχρι το τέλος υπήρχε οποιαδήποτε συμπεριφορά λιγότερη από σεβασμό και αγάπη προς την Καρολάιν; Ακόμα κι όταν δεν ήταν μπροστά; Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό;
Μάρτυρας: Όχι. Πολλές φορές ήσουν… Είχες κλειστεί στον εαυτό σου. Τη μια φορά ήσουν μια χαρά και την άλλη μαζεμένος, άλλες φορές πιο απόμακρος.
Εντύπωση προκάλεσε στο δικαστήριο και η εξής φράση, όπως την διατύπωσε ο πιλότος: «Με είχατε αγκαλιάσει με τόση θέρμη μέσα στο σπίτι σας για 1,5 μήνα… μετά που χάσαμε την Καρολάιν…».
Μάρτυρας: Εσύ και η Καρολάιν ήσασταν οικογένεια μας, δεν πήγε το μυαλό μας σε κάτι τέτοιο. Είναι δυνατόν; Δεν ήθελε να πάει το μυαλό.
Η γυναίκα ξέσπασε σε κλάματα πριν ξεκινήσει η εξέταση της από την υπεράσπιση και για να συνέλθει χρειάστηκε να διακοπεί για λίγο η διαδικασία.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της υπεράσπισης μετά την διακοπή, η κυρία Γερολυμάτου επανέλαβε πως η 20χρονη δεν είχε πρόσβαση σε χρήματα και πως «σίγουρα ένιωθε λιγάκι αποκομμένη από τους φίλους της». «Μου είχε εκφράσει την επιθυμία να πιει ποτό με μια φίλη της» είπε. Αναφερόμενη στον κατηγορούμενο ως σύζυγο, η μάρτυρας κατέθεσε πως «άλλες φορές ήταν γλυκύτατος και άλλες φορές ήταν… Ανέβαινε τις σκάλες και της έλεγε “έλα! μπες μέσα”».
Η δίκη θα συνεχιστεί μεθαύριο Πέμπτη
Γλυκά Νερά: «Γιατί το έκανες αυτό;» ξέσπασε στον Μπάμπη η γειτόνισσα τους – Οι μεταξύ τους διάλογοι
«Γιατί το έκανε αυτό; Γιατί το έκανες;»… ήταν το αυθόρμητο ερώτημα της Αγγελικής Γερολυμάτου, της γυναίκας που ζούσε μεσοτοιχία με τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο και τη σύζυγό του Καρολάιν Κράουτς στα Γλυκά Νερά.
Μόλις είχε ολοκληρωθεί από τους παράγοντες της δίκης η εξέταση της μάρτυρος και ο κατηγορούμενος ζήτησε, όπως έκανε και άλλες φορές στη σημερινή διαδικασία, να υποβάλει και ο ίδιος ερωτήσεις στη μάρτυρα.
Μόνο που η «εξέταση» της μάρτυρος εξελίχθηκε σε προσωπική συζήτηση, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από την πρόεδρο του δικαστηρίου, η οποία απευθυνόμενη προς τον κατηγορούμενο του ζήτησε να διατυπώνει ερωτήσεις.
Ο κατηγορούμενος μάλιστα προσπάθησε να αναφερθεί στα φιλοζωϊκά αισθήματα του ίδιου και της Κάρολαιν: «Έχεις σκοτώσει τη Ρόξυ το καταλαβαίνεις αυτό; Και τα καταρρίπτει όλα!» ήταν η απάντηση της γυναίκας.
Ρεσιτάλ θράσους: «η Καρολάιν που χάσαμε»
Στη συνέχεια ακολούθησε ο εξής διάλογος, κατά τη διάρκεια του οποίου ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε για μία ακόμα φορά προκλητικός κάνοντας λόγο για την «Καρολαίν, που χάσαμε»…
Κατηγορούμενος: Με είχατε αγκαλιάσει όχι μόνο γιατί ήμουν ένας άνθρωπος που ζούσε δίπλα σας. Γιατί με είχατε μέσα στο σπίτι σας,για εναμιση μήνα μετά που χάσαμε την Κάρολαίν γιατί μου δείξατε ότι είμαι άνθρωπος;
Μάρτυρας: Εσύ και η Κάρολαϊν ήσασταν οικογένεια μας, προσπαθούσαμε να σου συμπαρασταθούμε… Δεν ήθελε να πάει το μυαλό μου. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι σε δυο παιδιά που είχα σαν παιδιά μου, θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Για αυτό σε είχα σπίτι μου…. Γιατί το έκανες αυτό; Γιατί το έκανες;
Πρόεδρος: Κάνετε ένα προσωπικό διάλογο και είμαστε σε δικαστήριο. Πρέπει να είναι συγκεκριμένη η ερώτηση.
Η μάρτυρας ξέσπασε σε κλάματα
Νωρίτερα η μάρτυρας προσπάθησε να περιγράψει τη σχέση του κατηγορούμενου με την Κάρολαϊν, αλλά και τα όσα η ίδια αντιλήφθηκε τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου. Η ψυχολογική κατάσταση της μάρτυρος ήταν τέτοια που λίγο πριν την έναρξη της εξέτασης της από την υπεράσπιση, η γυναίκα ζήτησε να διακοπεί για λίγο η δίκη και αμέσως ξέσπασε σε κλάματα.
Η μάρτυρας ρωτήθηκε επανειλλημένα για το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, υποστηρίζοντας ότι ήταν ένα χειριστικός σύζυγος και η Κάρολαϊν πλήρως εξαρτώμενη από εκείνον.
Περιγράφοντας την Κάρολαϊν, η μάρτυρας υποστήριξε ότι «δεν ήταν το χαμογελαστό παιδί που είχα συνηθίσει» μετά τη γέννηση της κόρης της, εξηγώντας ότι η έλευση ενός μωρού δεν είναι πάντα εύκολη.
Παράλληλα, εξήγησε ότι «για την Κάρολαϊν πάνω απ’ όλα ήταν το παιδί» καθώς και ότι δεν ήταν ικανοποιημένη με τη ζωή της.
«Είχε περάσει σε μια σχολή και ήθελε να σπουδάσει ζαχαροπλαστική. Λόγω της κατάστασης έλεγε να γίνει η Λυδία 2 ετών να βρει μια κοπέλα να κρατάει το παιδί για να σπουδάσει, να συνεχίσει τα όνειρα της» κατέθεσε χαρακτηριστικά.
Η ημέρα της δολοφονίας
Η μάρτυρας ήταν ο τελευταίος άνθρωπος, πλην του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, που μίλησε με την Κάρολαϊν πριν φύγει από τη ζωή. Η ίδια είπε ότι εκείνη την ημέρα έδειχνε κάπως ανήσυχη, τα ξημερώματα την ξύπνησε ένας θόρυβος και το κλάμα του σκύλου.
Πρόεδρος: Ποια είναι η γνώμη σας για την προσωπικότητα της Κάρολαϊν;
Μάρτυρας: Ήταν ένα παιδί καλοσυνάτο, ευαίσθητη και γλυκύτατο παιδί. Σίγουρα ήταν πιο κλειστός χαρακτήρας. Ποτέ δεν είχε νεύρα, πάντα ήταν συζητήσιμη.
Πρόεδρος: Εκείνο το βράδυ ακούσατε κάτι;
Μάρτυρας: Άκουσα έναν ήχο από ζώο στις 4:20. Ήταν κλάμα. Άκουσα ένα ντουπ, έναν θόρυβο και μετά ένα κλάμα. Ο ήχος ήταν δυνατός και είναι που με ξύπνησε. Ο κατηγορούμενος με κάλεσε στις 6:17. Σήκωσα το τηλέφωνο και τον άκουσα να φωνάζει. Δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Κατάλαβα ότι είχε πρόβλημα. Ξύπνησα το σύζυγο μου και βγήκα έξω. Αντιλαμβανόμουν ότι ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε βοήθεια.
«Ήταν πιεσμένη»
Σε ερωτήσεις της υπεράσπισης, η γειτόνισσα του ζευγαριού ανέφερε ότι η Κάρολαϊν δεν εξέφρασε ποτέ παράπονα για σωματική βία, ούτε ότι είχε αποκοπεί από τους γονείς της.
«Σίγουρα ένιωθε λιγάκι αποκομμένη από τους φίλους της. Μου είχε εκφράσει την επιθυμία να πιει ποτό με μια φίλη της. Οι έξοδοι της Κάρολαϊν δεν ήταν συχνοί. Έβγαινε μία στο τόσο» κατέθεσε η μάρτυρας.
Υπεράσπιση: Σας εξέφρασε ποτέ παράπονο ότι την εμπόδιζε ο κύριος Αναγνωστόπουλος;
Μάρτυρας: Όχι.
Υπεράσπιση: Ξέρατε αν είχε πρόσβαση σε κάρτες ή χρήματα;
Μάρτυρας: Είχαμε κάποια έξοδα κοινά και πάντα περίμενε να τα πληρώσει ο σύζυγος της. Κάθε φορά που υπήρχε εκκρεμότητα μου έλεγε το απόγευμα. Ποτέ δεν το έκανε πρωί.
Κατά τη γυναίκα, η Κάρολαϊν ένιωθε πιεσμένη: «Ήταν άνθρωπος που πρόσεχε τον εαυτό της, κάτι που το τελευταίο διάστημα δεν το έκανε. Μου μιλούσε και πάντα είχε ένα άγχος σαν κάτι να την πίεζε. Το ένιωθα ότι δεν ήταν η Κάρολαϊν που ήξερα».
Η δίκη συνεχίζεται με τις καταθέσεις των άλλων μαρτύρων κατηγορίας ,η εξέταση των οποίων αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός της ημέρας.
«Εμείς δεν μπορούσαμε να συνέλθουμε κι εκείνος ήταν ψύχραιμος»: Κατέθεσε δεύτερος αστυνομικός για τον πιλότο
«Είμαι 20 χρόνια αστυνομικός. Δεν έχω συναντήσει άλλη φορά τέτοια ψυχραιμία», υποστήριξε στο δικαστήριο ο δεύτερος αστυνομικός από την ομάδα που έσπευσε στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών για τη δήθεν ληστεία.
Ο μάρτυρας αναφέρθηκε εκτενώς στις αντιδράσεις του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου όταν έσπευσαν οι αστυνομικοί στον χώρο του εγκλήματος και μίλησε για απόλυτη ψυχραιμία, σχεδόν γαλήνη. «Ήταν σαν να είπε ό,τι έγινε, έγινε», σημείωσε και πρόσθεσε: «Ήταν ψύχραιμος σε σημείο που δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια ηρεμία, τόση ψυχραιμία. Είχε μια γαλήνη σε φάση που δεν το έχω ξαναδεί αυτό. Ήρθαν πολλές υπηρεσίες και σε όλες έλεγε την ιστορία σαν να μην έχει συμβεί κάτι σε αυτόν. Αν μου είχε συμβεί εμένα θα αγανακτούσα, θα έλεγα “ρε παιδιά τα έχω πει πέντε φορές, πόσες φορές να τα πω;“».
Όπως κατέθεσε ο αστυνομικός, «η αντίδραση του κατηγορουμένου όταν του είπε ο άλλος αστυνομικός “άστο τελείωσε” για τη γυναίκα του, ήταν σαν να μη κατάλαβε τι έχει γίνει. Μας είπε κάποια στιγμή “γιατί τη σκότωσαν αφού τους έδωσα τα λεφτά”. Από τις ερωτήσεις που μας έκανε κατάλαβε ότι είχε πεθάνει, αλλά η αντίδρασή του ήταν τέτοια σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Η πρώτη αντίδραση ήταν σαν να μη κατάλαβε, αλλά μετά είχε καταλάβει αλλά η συμπεριφορά του ήταν περίεργη».
Ο μάρτυρας τόνισε ότι ο πιλότος είπε στους αστυνομικούς πως αναγνώρισε το όπλο των ληστών. «Μας είπε ότι οι ληστές είχαν όπλα και μάλιστα είπε ότι είχαν ένα όπλο σαν το δικό μου, γεγονός που μας έκανε εντύπωση γιατί ένα θύμα εκείνη τη στιγμή δεν παρατηρεί το είδος του όπλου. Μας προβλημάτισε, επίσης, το παράθυρο στο υπόγειο, που φαινόταν σαν να είχε τοποθετηθεί προσεκτικά κάτω από τους ληστές όταν εισήλθαν από αυτό στο σπίτι . Επίσης, ο τρόπος που αντιδρούσε ο κατηγορούμενος, το χτύπημα στο μέτωπό του για το οποίο απάντησε ότι δεν είχε χτυπηθεί, ήταν τόσο ψύχραιμος, που όταν ρώτησε κάποιος από τον ασύρματο κάτι, απάντησε εκείνος αντί για εμάς. Ήταν τόσο ψύχραιμος, δεν έχω συναντήσει ξανά τόση ψυχραιμία», επεσήμανε ο μάρτυρας.
– Πρόεδρος: Σας έκανε εντύπωση ότι υπήρχε απουσία συναισθήματος;
– Μάρτυρας: Ήμασταν τόσοι άνθρωποι κάτω και δεν μπορούσαμε να συνέλθουμε, δεν μιλούσαμε και εκείνος ήταν ψύχραιμος. Ο πρώτος πανικός που επικράτησε στο σπίτι ακολουθήθηκε από ηρεμία. Ήταν σα να είπε «ό,τι έγινε, έγινε». Μόλις είπα «πάμε κάτω να μείνει καθαρός ο χώρος», ήταν σαν να τελείωσαν όλα.
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε εάν ο 34χρονος αντέδρασε βλέποντας το σκυλί κρεμασμένο και απάντησε πως από τον πιλότο δεν είχε υπήρχε καμία αντίδραση.
«Από τη στιγμή που λύθηκε και μετά ήταν τρομερά ψύχραιμος, ήταν σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Ήμασταν μαζί 3-4 ώρες και δεν μου είπε μια φορά “τι έπαθα! ‘Εχασα τη γυναίκα μου”. Πρώτη φορά στα 20 χρόνια είδα θύμα να έχει τέτοια ψυχραιμία», επεσήμανε ο αστυνομικός.
Η διαδικασία συνεχίζεται.
Πηγή: skai.gr
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις