Στο δύσκολη φετινή τουριστική σεζόν για την Κρήτη αναφέρεται ρεπορτάζ της γερμανικής ραδιοφωνίας DLF. «Στα ελληνικά νησιά υπήρχαν ελάχιστα κρούσματα κορωνοϊού. Ωστόσο ολόκληρα χωριά είναι έρημα, αυτό συμβαίνει και στην Κρήτη. Τα μεγάλα ξενοδοχεία ελπίζουν να επιβιώσουν, αλλά οι οικογενειακές επιχειρήσεις δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα. Πρέπει να κλείσουν – κάποιες για πάντα» αναφέρει το ρεπορτάζ, περιγράφοντας γλαφυρά την εικόνα. Ο Εμμανουήλ Γιαννούλης ιδιοκτήτης πεντάστερου ξενοδοχείου στην Κρήτη και αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) αναφέρει ότι όλες σχεδόν οι κρατήσεις για το 2020 έχουν ακυρωθεί, «ελπίζει ωστόσο στον Αύγουστο», θεωρώντας σημαντική την τήρηση των κανόνων υγιεινής από ξενοδόχους αλλά και τουρίστες.
Το ρεπορτάζ παρατηρεί: «Αυτές τις μέρες η Κρήτη μοιάζει με ταινία χωρίς ηθοποιούς: ο ήλιος δύει αλλά οι παραλίες είναι έρημες, όπως και ολόκληρα χωριά. Όλοι εξαφανισμένοι.Τα ελληνικά νησιά ζουν από τον τουρισμό, η Κρήτη σχεδόν κατά 50% και έτσι αν δεν έρθει κανείς, απειλείται η επιβίωση πολλών κατοίκων (…) Μέχρι στιγμής στην Κρήτη υπήρξαν μόνο 44 κρούσματα κορωνοϊού, εντούτοις δύσκολα συναντά κανείς στο νησί τουρίστες. Τώρα υπάρχει η απειλή δεύτερου κύματος πανδημίας» Ο Εμμανουήλ Γιαννούλης αναφέρει: «Οι άνθρωποι ταξιδεύουν ξανά, αυτό μας δίνει ελπίδα. Προσπαθούμε να είμαστε αισιόδοξοι αν και διανύουμε μια εξαιρετικά δύσκολη σεζόν. Τέλη Φεβρουαρίου περιμέναμε ρεκόρ επισκεπτών (…) Αλλά μετά τις 20 Μαρτίου, μέσα σε τρεις εβδομάδες, όλα ξαφνικά ήταν διαφορετικά και ο τουρισμός έπεσε στο μηδέν – κάτι που είναι απίστευτο για κάθε κλάδο»
Υποδειγματική η Ελλάδα, αλλά…
Σύμφωνα με το DLF: «Σε αντίθεση με την Ισπανία και την Ιταλία, η Ελλάδα ήταν νικήτρια στον αγώνα κατά της πανδημίας. Αμέσως μετά το πρώτο κρούσμα, ο Μητσοτάκης απαγόρευσε τις καρναβαλικές παρελάσεις και επέβαλε lockdown. Στις αρχές Ιουλίου, η Ελλάδα είχε λιγότερα από 3.500 κρούσματα και 192 θανάτους. Τα νησιά δεν επηρεάστηκαν. O Γιαννούλης ελπίζει ότι η ελληνική τουριστική βιομηχανία θα επωφεληθεί από την καλή εικόνα και ότι οι παραθεριστές που πηγαίνουν στην Ιταλία ή την Ισπανία έρχονται τώρα στην Ελλάδα». Μεγάλες τουριστικές μονάδες μπορούν όντως να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα αλλά και τα αυστηρά πρωτόκολλα υγιεινής της κυβέρνησης, παρατηρεί το DLF. Τι γίνεται όμως με τις οικογενειακές επιχειρήσεις;
Ως παράδειγμα το ρεπορτάζ αναφέρει ένα μικρό, φρεσκοανακαινισμένο ξενοδοχείο, το οποίο διαχειρίζονται μια Γερμανίδα με την οικογένεια του συζύγου της. «Φέτος θα γιόρταζαν 30 χρόνια. Αντ’ αυτού το κλείνουν. Ίσως για πάντα». Η ίδια, δεν μιλά με το πραγματικό της όνομα, «γιατί όσα λέει είναι αρνητικά για μεγάλους ταξιδιωτικούς ομίλους, όπως η Rainbow ή η Der Touristik», με τους οποίους συνεργάζεται και οι οποίοι φέτος τους ανάγκασαν να υπογράψουν νέα συμβόλαια με χαμηλότερες τιμές δωματίου και ποσοστώσεις, κάτι όμως που είναι επιζήμιο για τη μικρή επιχείρηση. Η ίδια αρνείται να υπογράψει τα συμβόλαια. Από την άλλη πλευρά, τα ξενοδοχεία που εξαρτώνται από έναν μόνο ταξιδιωτικό πράκτορα συχνά δεν έχουν καμία επιλογή, λέει η ίδια. «Πρέπει να υπογράψουν επειδή εκβιάζονται».
Πηγή: DW – Δήμητρα Κυρανούδη
Πηγή: skai.gr