Πληροφορίες θέλουν τον «στρύχνο τον κονδυλόριζο» να πρωτοεμφανίζεται στην Κέρκυρα το 1800
Στα «ψαγμένα» μανάβικα, καμία φορά και σε … εκλεπτυσμένους πάγκους της λαϊκής, μπορεί κανείς να μετρήσει κάμποσες διαφορετικές προελεύσεις ή και ποικιλίες της. Τη ναξιώτικη, την κυπριακή, την κρανιδιώτικη, τη γλυκιά, την περουβιανή, τη βιολογική Yukon ή την βορειοαμερικανική κιτρινόφλουδη. Για τηγάνι, για κατσαρόλα, για φούρνο… Είναι όλες δοκιμασμένες, εγκεκριμένες, νόστιμες και αγαπητές. Ακόμα κι αν το προσωνύμιο των «πατατάδων» διεκδικούν άλλοι λαοί, η αποδοχή της πατάτας είναι καθολική και αδιαπραγμάτευτη και από το ελληνικό κοινό. Η υποδοχή της στην Ελλάδα πάλι, ήταν μία περιπέτεια άξια αναφοράς…
Αρχικά, η πατάτα -«γεώμηλο» επί το ελληνικότερον- καλλιεργείται (από τον 6ο ακόμη αι.) από τους ιθαγενείς λαούς της λατινικής Αμερικής (Χιλή, Περού, Κολομβία), ως φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες. Στην Ευρώπη, για την ακρίβεια στην Ισπανία, την εισάγει μαζί με τον καπνό -ο οποίος επίσης χρησιμοποιείται για τις θεραπευτικές του ιδιότητες- ο θαλασσοπόρος Φράνσις Ντρέικ, τον 15ο αι. Από εκεί διοχετεύεται σε όλη την Ευρώπη. Η σιτοδεία που πλήττει την Ιρλανδία στα μέσα του 17ου αι. κάνει τους πολίτες να δουν το γεώμηλο με άλλο μάτι και να ανακαλύψουν σ΄ αυτό ένα βρώσιμο προϊόν, με περιορισμένη ωστόσο χρήση. Ως τα μέσα του 18ου αι. συνιστάται κυρίως ως τροφή μόνον για χοίρους. Φημολογείται δε ότι η κατανάλωσή του από τους ανθρώπους προκαλεί λέπρα και σε κάποιες περιοχές η καλλιέργειά του απαγορεύεται δια νόμου! Δεδομένου ότι η πατάτα είναι μία ουσία επιβλαβής για την υγεία και η καλλιέργειά της μπορεί να προκαλέσει λέπρα, απαγορεύεται επί ποινή προστίμου η καλλιέργειά της στο έδαφος των Sallins αναφέρει διάταγμα της περιοχής Franche-Comte, στις αρχές του 18ου αι.
Στις αρχές του επόμενου αιώνα, η επιστημονική έρευνα θα απενοχοποιήσει την πατάτα. Θα αποδειχθεί ότι ανήκει στην ίδια οικογένεια (σολανίδες) με πολλά άλλα είδη, όπως η πιπεριά, η ντομάτα και η μελιτζάνα, τα οποία καταναλώνονται ήδη κατά κόρον. Η διάδοσή της θα γίνει ανεμπόδιστα.
Σε ελληνικό έδαφος
Σε γενικές γραμμές είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα τη φέρνει το 1828 ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας. Δεν είναι ακριβές. Ο Καποδίστριας προάγει την καλλιέργειά της, αλλά δεν είναι αυτός που τη συστήνει στους Έλληνες.
Μία πληροφορία φέρει τον «στρύχνο τον κονδυλόριζο», όπως είναι το επιστημονικό όνομα του βολβού, να πρωτοεμφανίζεται στην Κέρκυρα το 1800. Ντόπιος ιδιώτης δέχθηκε ως δώρο πατάτα από την Τεργέστη όπου την καλλιεργούσε φίλος του και αποφάσισε να τη σπείρει και στο κερκυραϊκό έδαφος. Από εκεί διαδόθηκε στα Ιόνια Νησιά κι έγινε αγαπητό βρώσιμο είδος αρκετά πριν ο Καποδίστριας τη διαδώσει στην ελληνική επικράτεια. Κατά μία άλλη, ανεπίσημη πληροφορία, πατάτα καλλιεργούσε στο χωράφι του, στα Πατήσια, και ο Δημήτριος Γάσπαρης, πρόξενος της Γαλλίας στην Ελλάδα («κόνσολο φραντσέζο» τον περιγράφει στην Ιστορία των Αθηνών ο Ιωάννης Μπενιζέλος), με οικογενειακή καταγωγή από την Κορσική. Φαίνεται πως χάριν της ευρωπαϊκής συναναστροφής της η οικογένεια εισήγαγε κατά καιρούς από την Ευρώπη διάφορα είδη, καλλωπιστικά ή βρώσιμα, τα οποία δοκίμαζε στην έκτασή της των Πατησίων. Προφανώς ένα από αυτά ήταν και η πατάτα.
Σε κάθε περίπτωση, όλες αυτές οι πληροφορίες είναι ανεπίσημες. Τα πρώτα σωζόμενα έγγραφα, που αφορούν την εισαγωγή του γεώμηλου στην Ελλάδα και τη «γνωριμία» του με το ελληνικό κοινό, παραπέμπουν στον πρώτο κυβερνήτη της χώρας.
Μία γαργαλιστική ιστορία, μάλιστα, για το πώς κατάφερε ο Καποδίστριας να εισαγάγει την πατάτα στη ζωή του νεότευκτου ελληνικού κράτους δημοσιεύει ο Μπάμπης Άννινος. «Ο Καποδίστριας παρήγγειλε δύο φορτία (γεωμήλων) και μετά τον κατάπλουν αυτών προσεκάλεσε δια προκηρύξεως προς τον λαόν, καθιστώσης γνωστάς τας ιδιότητας του αγνώστου προϊόντος και παρεχούσης άμα οδηγίας περί της καλλιεργείας αυτού, τους βουλομένους όπως λάβωσι ποσότητα τινά εξ αυτού δια να το φυτεύσωσιν. Αλλ΄η πρόσκλησις έμεινεν άνευ αποτελέσματος» αφηγείται ο συγγραφέας και παραθέτει τι σκαρφίστηκε ο κυβερνήτης για να κεντρίσει το ενδιαφέρον των πολιτών. Έδωσε, λοιπόν, εντολή «ν΄ αποβιβασθεί το φορτίον γεωμήλων εις την παραλίαν, να ταχθώσι περί αυτώ σκοποί φρουρούντες νηχθημερόν, αλλά να δοθεί εις τους φρουρούς τούτους παραγγελία ότι εάν ήθελον ίδει τους πολίτας προσερχομένους και υπεξαιρούντας λαθραίως γεώμηλα εκ του σωρού, να προσποιηθώσιν ότι δεν τους έβλεπον και να τους αφήσωσι να παραλάβωσι όσα ήθελον»!
Το έξυπνο… διαφημιστικό τέχνασμα του Καποδίστρια οδήγησε στην εν μία νυκτί υφαρπαγή του φορτίου, κάτω από τη «δασκαλεμένη» μύτη των φρουρών του! Το νέο ότι στο λιμάνι κρύβεται κάτι πολύτιμο, το οποίο μάλιστα φρουρείται, διαδόθηκε από στόμα και στόμα και εκείνη την ίδια νύχτα της έκθεσής του ενεργοποίησε το ελληνικό «δαιμόνιο»…
Κατά μία εκδοχή, που εξετάζεται υπό το πρίσμα του θρύλου, ο Καποδίστριας εφήρμοσε ό,τι είχε κάνει το 1772 ο Λουδοβίκος XVI στην πεδιάδα Sablons του Neuilly, όπου σε γη 30 εκταρίων καλλιεργείτο πειραματικά η πατάτα. Γύρω από την έκταση υπήρχε σκαμμένη τάφρος και τοποθετημένη φρουρά, αλλά μόνον για την ημέρα! Στο βιβλίο του «A history of Food» ο Γάλλος συγγραφέας Maguelonne Toussaint-Samat σημειώνει ότι «όταν οι καλλιέργειες πρασίνισαν, τοποθετήθηκαν στρατιώτες για τη φύλαξή των, με λόγχη πυροβόλου όπλου (!), για τον τύπο, ανά χείρας, γεγονός που δεν άργησε να κινήσει την περιέργεια… Κατά τη διάρκεια της νύχτας η ψευδοφρουρά αποσύρθηκε επιδεικτικά και οι κλέφτες (sic) πάνω στους οποίους οι Αρχές υπελόγιζαν καλά, έκαναν τις προμήθειές τους… και συγχρόνως τη διαφήμιση του προϊόντος». Το ίδιο τέχνασμα φέρεται να χρησιμοποίησε δύο χρόνια μετά και ο Φρειδερίκος Β΄ της Πρωσίας.
Αι αιρεταί του Γεώμηλου εισίν αναρίθμηται…
Έγγραφο, καταχωρημένο στα κιτάπια της ελληνικής ιστορίας, ωστόσο, αποκαλύπτει ότι ο πραγματικός εμπνευστής της εισαγωγής πατάτας στην Ελλάδα ήταν ο έμπορος Γεώργιος Αντωνόπουλος, πατριώτης από την Ανδρίτσαινα, εγκατεστημένος στην Τεργέστη, σύμβουλος και ένθερμος συναγωνιστής του Δημήτριου Υψηλάντη, με τον οποίο άλλωστε έφτασε στο Ναύπλιο όπου παρέμεινε, αναλαμβάνοντας αργότερα σημαντικά πόστα στην πρώτη κυβέρνηση Καποδίστρια.
Σε αυτό το έγγραφο, το οποίο απευθύνει τη 19η Ιανουαρίου του 1826 από το Ναύπλιο προς το «Σεβαστόν Βουλευτικόν Σώμα» ο Αντωνόπουλος σημειώνει πως «τα γεώμηλα δύνανται να δώσουν τόσην τροφήν, όσην ο άνθρωπος χρείαν έχει» και καταλήγει: «…Αι αρεταί του γεωμήλου τούτου εισίν αναρίθμηται. Πόσον λοιπόν είναι αναγκαία η καλλιέργειά του εις την Ελλάδα και μάλιστα εις τα φρούρια αυτής είναι αναντίρρητον, και μ’ όλον τούτο παραμελείται.
Κατ’ αυτάς έλαβον εξ Ευρώπης μερικά αυτών, έδωκα εις Άργος, όπου και δια παρακινήσεών μου καλλιεργούνται ήδη. Έγραψα προς τον φρούραρχον της Ακροκορίνθου προσκαλών και αυτόν να στείλη άνθρωπον να λάβη γεώμηλα δια να ενεργήσει την καλλιέργειαν αυτών εις Ακροκόρινθον».
Από το επόμενο αρχειοθετημένο έγγραφο, με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου του 1826, προκύπτει ότι η αντίδραση του Βουλευτικού Σώματος στο αίτημα Αντωνόπουλου δεν καθυστέρησε.
«... Ο πατριώτης Γ. Μ. Αντωνόπουλος, παρασταίνων δια της εγκλείστου αναφοράς την εκ της καλλιεργείας των γεωμήλων ωφέλειαν λέγει ότι έλαβε κατ’ αυτάς μερικά εκ των οποίων έδωσεν ολίγα τινά εις τους Αργείους δια να σπείρουν, και ότι έγραψε και προς τον φρούραρχον της Ακροκορίνθου να στείλει να πάρει και αυτός δια να σπείρει εις Ακροκόρινθον. Προβάλλει δε, ως ωφέλιμον να σπαρθώσιν και εις την Ακρόπολιν Ναυπλίου (Ιτζκαλέ).
Το Βουλευτικόν κρίνει την πρότασιν ωφέλιμον και ενέκρινε να λάβει αυτό το βάρος ο κύριος Αδάμ Δούκας, και να επιστατήσει εις το σπάρσιμον και φυλακήν αυτών. Ειδοποιείται λοιπόν το Σεβαστόν Εκτελεστικόν, διά να διατάξει να ενεργηθεί η πρότασις» αναφέρεται στη σχετική επιστολή προς το Εκτελεστικό, αυτήν τη φορά, Σώμα.
Σε δύο χρόνια (1828) ο Ιωάννης Καποδίστριας αναλαμβάνει τη σύσταση του ελληνικού κράτους και σε γράμμα του προς συγγενικό του πρόσωπο στη Γενεύη σημειώνει: «Από την των γεωμήλων καλλιέργειαν την σεμνήν ταύτην θεσμοφορίαν θέλη αρχίσει η πολιτεία μου».
Από τη σωζόμενη επιστολογραφία του Καποδίστρια φαίνεται πως ο κυβερνήτης αναθέτει στον φιλέλληνα Ιρλανδό γεωπόνο Bennet W. Stevenson την αποστολή ανεύρεσης γης κατάλληλης για τη σπορά και καλλιέργεια γεώμηλων. Ταυτόχρονα, μέσω του αντισυνταγματάρχη, διευθυντή του Μηχανικού και διοικητή του Οπλοστασίου, Θόδωρου Βαλλιάνου, κατευθύνει προς την καλλιέργεια της πατάτας πληθυσμό, που επιθυμεί να ασχοληθεί με τη γεωργία, αλλά και αιχμαλώτους Οθωμανούς.
Από Διάταγμα που φέρει την ημερομηνία 22 Ιανουαρίου 1828 κι έχει εκδοθεί στην Αίγινα, πρώτη έδρα του Καποδίστρια, γίνεται γνωστό ότι από την επόμενη κιόλας μέρα, ο Βαλλιάνος θα οδηγήσει 22 αιχμαλώτους Οθωμανούς και άλλους εργάτες («εργολάβους»), άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που θα θελήσουν να εργαστούν στη φύτευση των γεωμήλων. Οι άνδρες εργάτες θα χωριστούν σε ομάδες 25 ατόμων, οι γυναίκες και τα παιδιά και σε μεγαλύτερες. Κάθε ομάδα θα έχει έναν επιστάτη που θα τον ορίζει ο Βαλλιάνος. Τα εργαλεία θα προμηθεύσουν οι δημογέροντες της Αίγινας. Οι επιστάτες είναι εθελοντές και άμισθοι. Καθορίζεται η ημερήσια αμοιβή και το ψωμί για τους αιχμαλώτους (10 παράδες, 300 δράμια ψωμί) και τους εργάτες (20 παράδες και 300 δράμια ψωμί). Δύο στρατιώτες θα προσέχουν τους αιχμαλώτους.
Το 1829, στο βιβλίο του υπό τον τίτλο «Grecian Landscape» ο Άγγλος ιστορικός ερευνητής H. W. Williams ύστερα από μακρά περιήγησή του σε Επτάνησα, Πάτρα, Δελφούς, Λειβαδιά, Αθήνα, Κόρινθο, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Είδα τα πρώτα σημάδια του πολιτισμού: πατάτες, φρέσκο βούτυρο και κρεμάλες!»
Η πατάτα καθυστερεί να πάρει τη θέση που της αξίζει στο ελληνικό τραπέζι. Η καλλιέργεια είναι περιορισμένη και η παραγωγή ακόμη περισσότερο. Ο χρόνος θα τη δικαιώσει.
Ο Γερμανός βοτανολόγος Theodor Heinrich Hermann von Heldreich, στα 50 έτη (!) παραμονής του στην Ελλάδα, διενεργεί συστηματική μελέτη του χλωριδικού βασιλείου της. Σε έκθεσή του για τα «ΦΥΤΑ ΤΟΥ ΑΤΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ», δημοσιευμένη το 1877, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο εδώδιμο πλούτο της χώρας για τον οποίο καταγράφει ως και τον κατάλληλο χρόνο καλλιέργειας και συγκομιδής του καρπού, για την πατάτα είναι λιτός: «Ο στρύχνος ο κονδυλόριζος ή το γαιώμηλον θεραπεύεται (καλλιεργείται) ενίοτε και εν σμικρώ εν τοις λαχανοκήποις».
Η καλή φήμη του γεώμηλου, πάντως, στην Ευρώπη θα εδραιωθεί στα τέλη του 18ου αι. μέσω των επισιτιστικών κρίσεων και κυρίως μέσω σιτοδειών, κατά τις οποίες η πατάτα θα κριθεί κατάλληλη να αντικαταστήσει το ψωμί. Η επιστήμη έχει κάνει ήδη τα πειράματά της και έχει ανακηρύξει πανηγυρικά την πατάτα σε νικήτρια και πολλούς λαούς από επικριτές της σε φανατικούς λάτρεις της…
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ