Νέα έρευνα εξέτασε τους εγκεφάλους 54 ανθρώπων από τις ΗΠΑ εντοπίζοντας μεγάλες ποσότητες μικροπλαστικών. Πόσο ανησυχητική είναι αυτή η εξέλιξη σύμφωνα με τους ειδικούς;
Σημαντική αύξηση των μικροπλαστικών και νανοπλαστικών που εντοπίζονται στον εγκέφαλο και το συκώτι των ανθρώπων παρατηρεί μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Medicine, η οποία συνέκρινε ευρήματα σε ανθρώπινα πτώματα από το 2016 και το 2024 στις ΗΠΑ.
«Η εκτίμησή μας είναι πως τα πλαστικά αυτά δεν οφείλονται σε πρόσφατη έκθεση, αλλά είναι αποτέλεσμα χρόνιας έκθεσης. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την ανάγκη για πιο ολοκληρωμένες στρατηγικές γύρω από την περιβαλλοντική πολιτική και την ανθρώπινη υγεία», επισημαίνει στην DW ο συντάκτης της μελέτης Μάρκους Γκαρσία από το Πανεπιστήμιο του Νέου Μεξικού.
Παρ’ όλα αυτά, «δεν υπάρχουν επί του παρόντος σαφή αποδεικτικά στοιχεία για οποιαδήποτε επίδραση στην υγεία [από τα νανοπλαστικά στον εγκέφαλο]», δηλώνει ο Όλιβερ Τζόουνς, ειδικός στη βιολογική χημεία από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
«Οι συγγραφείς της έρευνας εξέτασαν μόνο 54 δείγματα συνολικά. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να καταλήξει κανείς σε ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με την εμφάνιση μικροπλαστικών στο Νέο Μεξικό, πολλώ δε μάλλον σε παγκόσμια εμβέλεια», προσθέτει ο Τζόουνς.
Τα πλαστικά υπάρχουν παντού
Πλαστικά υπάρχουν κυριολεκτικά παντού γύρω μας – στα σπίτια, στον αέρα, στο φαγητό, στα μπουκάλια.
Τα μικροπλαστικά είναι μικροσκοπικά θραύσματα πλαστικού, τα οποία εισέρχονται συνήθως στο σώμα μας μέσω της κατάποσης ή της αναπνοής. Εντοπίζονται σε ανθρώπινα όργανα εδώ και δεκαετίες, όμως μόλις τώρα έχει ξεκινήσει η καταγραφή των επιπτώσεών τους στην υγεία μας.
Υπάρχουν κάποια στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η συσσώρευση μικροπλαστικών, ιδίως σε ζωτικά όργανα όπως το συκώτι, μπορούν να έχουν επιπτώσεις στις φυσιολογικές βιολογικές λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος.
Τα στοιχεία που συλλέχτηκαν στη μελέτη καταδεικνύουν επίσης πως η συσσώρευση μικροπλαστικών ήταν μεγαλύτερη στους εγκεφάλους 12 ατόμων με άνοια.
Οι συντάκτες της έρευνας ωστόσο αναφέρουν πως αυτό δεν αποδεικνύει ότι τα μικροπλαστικά προκαλούν άνοια και θα πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες, για να διαπιστωθεί το εάν ή το πώς η συσσώρευση μικροπλαστικών στον εγκέφαλο – ή σε άλλα όργανα του σώματος – έχει επιπτώσεις στην υγεία του ατόμου.
Όπως εξηγεί και ο Γκαρσία, «η εδραίωση ενός αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των μικροπλαστικών και της άνοιας χρειάζεται εκτενείς έρευνες για την κατανόηση του κατά πόσο ή του πώς τα μικροπλαστικά συμβάλλουν στην ανάπτυξη νευρολογικών παθήσεων».
Η ερμηνεία των πορισμάτων της έρευνας
Ο Τζόουνς παροτρύνει από την πλευρά του να ερμηνεύει κανείς με επιφύλαξη τα πορίσματα της έρευνας.
Όπως τονίζει ο ειδικός, είναι αδύνατον να πάρουμε τα πορίσματα μίας τόσο μικρής μελέτης και να εξάγουμε βάσει αυτών συμπεράσματα για τους ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Επιπλέον, η έρευνα ενδέχεται να έχει υπερεκτιμήσει την ποσότητα μικροπλαστικών στους εγκεφάλους των πτωμάτων που εξετάστηκαν.
Κατά τον Τζόουνς, η κύρια αναλυτική μέθοδος που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση των πλαστικών ενδέχεται να οδηγεί σε λανθασμένα αποτελέσματα και αυτό επειδή «τα λιπίδια [από τα οποία αποτελείται κατά κύριο λόγο ο εγκέφαλος] δίνουν τα ίδια προϊόντα με την πολυαιθυλένη [το κύριο πλαστικό που εντοπίστηκε]». Ο ειδικός προσθέτει ακόμα πως «η μόλυνση από πλαστικά μπορεί να συμβεί σχεδόν οπουδήποτε. Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι πως τα σωματίδια που εντοπίστηκαν αποτελούν απόδειξη ότι το πλαστικό περνάει από τις μεμβράνες του ανθρώπινου σώματος και πως δεν είναι απλώς προϊόν μόλυνσης;».
Πώς φτάνουν στον εγκέφαλό μας τα μικροπλαστικά;
Οι συγγραφείς της έρευνας δηλώνουν πως η μελέτη τους εγείρει νέα ερωτήματα σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις που έχουν τα μικροπλαστικά στην ανθρώπινη υγεία και το εάν μπορούν να αφαιρεθούν από το ανθρώπινο σώμα.
«Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα είναι η κατανόηση των μηχανισμών πίσω από τη συσσώρευση μικροπλαστικών στον εγκέφαλο – δηλαδή το πώς και μέσω ποιων βιολογικών διαδικασιών εισέρχονται αυτά τα σωματίδια στον εγκέφαλό μας», λέει ο Γκαρσία.
Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη εάν τα σώματά μας μπορούν να απορρίψουν τα μικροπλαστικά με φυσικό τρόπο από τον εγκέφαλο και τα άλλα όργανα. Ασαφές είναι επίσης και το εάν υπάρχουν μέθοδοι για τη διάσπαση των μικροπλαστικών στο σώμα μας.
«Σαφώς χρειάζεται να δουλέψουμε περισσότερο για να διαπιστώσουμε εάν είναι εφικτό κάτι τέτοιο. Δεν ξέρουμε κατά πόσο τα μικροπλαστικά ή και άλλα σωματίδια μπορούν να παραμείνουν στον εγκέφαλό μας ή εάν απορρίπτονται από το σώμα μας», ξεκαθαρίζει ο Τζόουνς.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς
