Σαράντα πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν, χθες Σάββατο, από την 1η Αυγούστου του 1975, όταν (έπειτα από σχεδόν δύο χρόνια διαπραγματεύσεων, μεταξύ 18ης Σεπτεμβρίου 1973 και 21ης Ιουλίου 1975) οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων -για την Ελλάδα ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και για την Κύπρο ο Πρόεδρός της, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος- από 35 χώρες (33 χώρες της Ευρώπης με εξαίρεση την Αλβανία, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς) υπέγραφαν στη φινλανδική πρωτεύουσα την αποκαλούμενη “Τελική Πράξη του Ελσίνκι”.
Η Τελική Πράξη ήταν το αποτέλεσμα της δρομολογημένης από το 1972 διαδικασίας της ΔΑΣΕ (Διάσκεψη για Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη), που έμελλε να σημαδέψει – αν όχι και να προκαλέσει ακόμη – τις κοσμογονικές αλλαγές στην Ευρώπη στο τέλος της δεκαετίας του 1980, και που σήμερα, μετονομασμένη και μετεξελιγμένη στον διεθνή οργανισμό ΟΑΣΕ (Οργανισμός για Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη), εδρεύει πλέον μόνιμα στη Βιέννη.
Η Τελική Πράξη του Ελσίνκι αποτέλεσε, στα 45 χρόνια από την υπογραφή της, τον κώδικα συμπεριφοράς ανάμεσα στις τότε 35 χώρες-μέλη της, που στο μεταξύ, με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας, έχουν αυξηθεί σε 56. Αποτέλεσε και αποτελεί όμως και κώδικα συμπεριφοράς των κρατών απέναντι στους πολίτες τους. Γιατί η Τελική Πράξη προδιαγράφει στις συμμετέχουσες χώρες τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών και θέτει τις βάσεις για την παραπέρα εξέλιξη της Διαδικασίας για Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη.
Στις δεκαετίες του 1970 και 1980 η ανθρωπότητα είχε εναποθέσει στη ΔΑΣΕ τις ελπίδες της για αποτροπή μιας σύγκρουσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, για αφοπλισμό, για εμπέδωση της διεθνούς ειρήνης. Στις δύο αυτές δεκαετίες, η διαδικασία της ΔΑΣΕ συνοδευόταν από την έντονη αντιπαράθεση των δύο κόσμων, αποτελούσε όμως και το μοναδικό “βήμα”, τον μοναδικό οργανισμό, όπου υπήρχε ένας σημαντικός και σε εξέλιξη, διάλογος, μεταξύ τους. Και αυτό ακριβώς το μοναδικό “βήμα” ήταν εκείνο που επηρέασε τις μετέπειτα εξελίξεις και έφερε τις κοσμογονικές αλλαγές της δεκαετίας του 1980, όπως θα διαπιστώσουν οι ιστορικοί του μέλλοντος.
Η υπογραφή της θεωρούμενης ως μοναδικής στις διεθνείς σχέσεις, Τελικής Πράξης του Ελσίνκι πριν από 45 χρόνια, αντιμετωπίστηκε τότε από τα δυτικά ΜΜΕ ως μια υποχώρηση της Δύσης απέναντι στις απαιτήσεις της Σοβιετικής Ένωσης για έλεγχο των εξοπλισμών και ως παγίωση του “στάτους κβο” στην Ευρώπη, χωρίς να υπάρχουν αντίστοιχα εγγυήσεις για τη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η σχεδόν διετής διαδικασία διαπραγματεύσεων που προηγήθηκαν της υπογραφής της, είχε αντιμετωπιστεί με έντονη κριτική και με απόρριψη από τους θιασώτες του “Ψυχρού Πολέμου”, αρχής γενομένης από τον σύμβουλο του Αμερικανού προέδρου Τζίμι Κάρτερ σε θέματα ασφάλειας Ζμπίγνιεφ Μπρεζίνσκι.
Στην πραγματικότητα όμως, η Σοβιετική Ένωση, μπορεί μεν να πετύχαινε με την Τελική Πράξη την αναγνώριση των μεταπολεμικών συνόρων, αλλά η Δύση από την πλευρά της κατάφερνε να δεσμεύσει τις τότε 35 χώρες-μέλη της ΔΑΣΕ στο όραμα μιας Ευρώπης, στην οποία θα επικρατούσε ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ελεύθερη οικονομία.
Την “Τελική Πράξη του Ελσίνκι” απαρτίζουν τρία κύρια μέρη, τα επιλεγόμενα “κάνιστρα”, ένα τέταρτο μέρος σχετίζεται με τη συνέχιση της διαδικασίας, ενώ ειδικό κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην Ασφάλεια και Συνεργασία στη Μεσόγειο.
Στο προοίμιο της “Τελικής Πράξης” τα συμμετέχοντα κράτη εκφράζουν την αποφασιστικότητά τους να βελτιώσουν τις σχέσεις τους και να εγκαταλείψουν την αντιπαράθεση, αναλαμβάνοντας παράλληλα την υποχρέωση να καταβάλουν κοινές προσπάθειες για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και για την επίλυση των μεταξύ τους προβλημάτων.
Το Πρώτο Κάνιστρο περιλαμβάνει τη Διακήρυξη Αρχών που διέπουν τις σχέσεις ανάμεσα στα συμμετέχοντα κράτη, τις γνωστές ως “Δεκάλογος του Ελσίνκι”, ο οποίος προβλέπει το σεβασμό της κυριαρχικής ισότητας των κρατών, αποχή από απειλή ή χρήση βίας, απαραβίαστο των συνόρων, σεβασμό εδαφικής ακεραιότητας, ειρηνική επίλυση διαφορών, μη επέμβαση σε εσωτερικές υποθέσεις, σεβασμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, δικαίωμα αυτοδιάθεσης λαών, συνεργασία μεταξύ κρατών, εκπλήρωση υποχρεώσεων που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο.
Στόχος των προνοιών του Δεύτερου Κανίστρου, που αναφέρεται στη συνεργασία στο χώρο της οικονομίας, επιστήμης, τεχνολογίας και περιβάλλοντος, είναι η διαμόρφωση ορισμένων και αποδεκτών συνθηκών για ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας.
Το Τρίτο Κάνιστρο αναφέρεται στη συνεργασία στον ανθρωπιστικό και άλλους τομείς, και περιλαμβάνει συγκεκριμένες πρόνοιες για θέματα όπως: επανένωση οικογενειών, γάμοι μεταξύ πολιτών από διαφορετικά κράτη, ελευθερία πληροφόρησης, κυκλοφορία εντύπων, ραδιοφωνία-τηλεόραση, αύξηση των πολιτιστικών και εκπαιδευτικών ανταλλαγών, ενώ γίνεται μνεία στις εθνικές μειονότητες.
Ανάμεσα στο Δεύτερο και στο Τρίτο Κάνιστρο περιλαμβάνεται κεφάλαιο για την Ασφάλεια και Συνεργασία στη Μεσόγειο, το οποίο θέτει τις βάσεις για τον διάλογο των χωρών της ΔΑΣΕ (τώρα ΟΑΣΕ) με τις μεσογειακές χώρες οι οποίες δεν ανήκουν στην Ευρώπη.
Στα 45 χρόνια της ζωής της, η ΔΑΣΕ — που εδώ και 25 χρόνια, μετά το 1995, είναι πλέον ο ΟΑΣΕ — κατάφερε να επεκτείνει τη δικαιοδοσία της και τις επιτυχίες της συμβάλλοντας καθοριστικά σε μια σειρά εξελίξεων όπως: τέλος του Ψυχρού Πολέμου, κατάρρευση καταπιεστικών καθεστώτων, διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ενοποίηση της Γερμανίας, εκδημοκρατισμός σε όλη την επικράτεια της με αναγνώριση και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμφωνίες και συνθήκες ελέγχου των εξοπλισμών αδιανόητες μέχρι πριν από μερικά χρόνια, νέες στρατηγικές αντιλήψεις που αλλάζουν και μεταβάλουν στρατιωτικά και αμυντικά δόγματα.
Στο πλαίσιο της προσαρμογής, και για να ανταποκριθεί στις μεταψυχροπολεμικές συνθήκες, ο ΟΑΣΕ έχει προχωρήσει σε τροποποιήσεις, συμπληρώσεις και ενισχύσεις των δομών και των θεσμών του με νέα όργανα και διαδικασίες, για την πρόληψη, τον χειρισμό και την επίλυση διαφορών σε όλη την περιοχή διαδικασίας του Οργανισμού, ο οποίος θα πρέπει να παραμείνει ένα μοναδικού χαρακτήρα πολιτικό πλαίσιο διαλόγου, διαπραγμάτευσης, ειρηνευτικών επιχειρήσεων, επίλυσης διαφορών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ