56 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το ναυάγιο του «Ηράκλειον» στην Φαρκονέρα. Το πλοίο, που είχε αναχωρήσει από τα Χανιά με προορισμό τον Πειραιά, εξέπεμψε SOS στις 02:06 της 8ης Δεκεμβρίου 1966 και λίγο αργότερα βυθίστηκε στο Αιγαίο Πέλαγος, εκεί που χάθηκαν περισσότεροι από 200 επιβάτες.
Στο μνημείο του ναυαγίου, στα Χανιά, το πρωί πραγματοποιήθηκε μνημόσυνο για τα θύματα.
Ανάμεσα σε όσους παραβρέθηκαν στην επιμνημόσυνη δέηση ήταν και ο Σταύρος Λαγωνικάκης, ένας από τους μόλις 47 διασωθέντες του ναυαγίου.
«Όλα ήταν έντονα. Όσες ώρες είσαι στο πέλαγος όλα τα βλέπεις έντονα. Κάθε λεπτό που περνάει σου φαίνεται ώρα», ανέφερε στο Creta24 o άνδρας που πάλευε με τα κύματα για περισσότερες από 10 ώρες.
Η στιγμή που θυμάται πιο έντονα είναι εκείνη της διάσωσής του. «Μας ρίξανε μια σκάλα από το αρματαγωγό Σύρος, που είχε τετραγωνάκια. Έπρεπε να πιαστώ από αυτή τη σκάλα, αυτό το δίχτυ και να σκαρφαλώσω, Μου ρίξανε και μια κουλούρα (σωσίβιο) από τα 10 μέτρα, να πιαστώ για να με τραβήξουν. Μετά από τόσες ώρες στο πέλαγος , είναι τόση η εξάντληση… Που να βρεις την αντοχή να κρατηθείς και να σε τραβήξουν; Έπιασα την κουλούρα, με τράβηξαν ένα μέτρο, ενάμιση. Γλίστρησα και τότε είδα το μεγάλο ζόρι…», ανέφερε περιγράφοντας τις δραματικές στιγμές που η σωτηρία του ήταν τόσο κοντά αλλά ταυτόχρονα τόσο μακριά.
Ο κ. Λαγωνικάκης θυμάται τόσο τα περιστατικά όσο και τα όσα ένιωθε όλες αυτές τις ώρες που πάλευε για τη ζωή του. Τις στιγμές που η θάλασσα «μύριζε» θάνατο και όλοι θεωρούσαν ότι από στιγμή σε στιγμή θα πνιγούν. Η πιο τραγική στιγμή της πολύωρης μάχης του στη θάλασσα ήταν όταν μια γυναίκα πνίγηκε δίπλα του. Ο ίδιος περιέγραψε: «Κολυμπούσα μόνος μου. Σε ένα ύψωμα που έκαναν τα κύματα, γιατί ήταν πάρα πολύ ψηλά, είδα πάνω από το κύμα κάτι να επιπλέει. Φώναζα: «Είναι κανείς;» Δεν έπαιρνα απάντηση. Προσπάθησα, κολύμπησα για να φτάσω στο σημείο και όταν έφτασα είδα μέσα σε ένα κασόνι έναν άνδρα και δίπλα μια κοπέλα πάνω από 40 ετών. Του είπα ότι φώναζα και μου απάντησαν ότι δεν άκουσαν τίποτα. Ο άνδρας, ο Ηλίας Κουκουνάκης, δεν ήξερε μπάνιο. Ήταν πάνω στο κατάστρωμα όταν τον πήρε η κλίση του καραβιού και έπεσε στη θάλασσα σχεδόν μαζί με την κοπέλα και το κασόνι. Πιάστηκε πρώτη η κοπέλα από το κασόνι, μου είπαν, και αυτός από την κοπέλα. Εκείνη τον τράβηξε και τον έβαλε μέσα στο κασόνι. Είχε σωσίβια μέσα, όμως τα περισσότερα έφυγαν από τα κύματα αφού είχε ανοίξει. Για ώρες συζητούσαμε. Πάνω από 10 ώρες ήμασταν στη θάλασσα. Η κοπέλα είχε παγώσει από το πρωί, δεν καταλάβαινε καν αν κρατάει το κασόνι. Με το ένα χέρι την αγκάλιαζα και με το άλλο κρατούσα το κασόνι για να μην την πάρει το κύμα. Όταν κουραζόμουν άλλαζα χέρι κει κρατούσα τα χέρια της πάνω στο κασόνι».
Ο κ. Λαγωνικάκης συγκλονίζει περιγράφοντας τα όσα ακολούθησαν, τα οποία ακόμα και 56χερόνια αργότερα θυμάται με κάθε λεπτομέρεια. «Πρέπει να ήταν περίπου μία ,μιάμιση, όταν την πήρε πρώτη φορά το κύμα 10 πόντους μακριά από μένα. Μπόρεσα και την έπιασα και την έφερα πάλι στο κασόνι. Μετά από λίγο, παγωμένη και εξαντλημένη, ίσως το ίδιο και εγώ, την πήρε πάλι το κύμα. Πνιγόταν, προσπαθούσα να πάρω το κασόνι και να πάω κοντά της γιατί και αδερφό και παιδί σου να είναι εκείνη τη στιγμή το κασόνι δεν το αφήνεις… Δεν μπόρεσα, στους 30-35 πόντους από μένα την είδα που έχασε τις αισθήσεις της και πνίγηκε. Είπα, σε λίγο θα πνιγώ και εγώ», ανέφερε.
Μεγάλο σοκ για τον ίδιο ήταν και η στιγμή που πίστεψε ότι τους είχαν παρατήσει αλλά και εκείνη που δεν κατάφερε να σωθεί και να τελειώσει νωρίτερα το πολύωρο μαρτύριο στη θάλασσα. «Βλέπαμε τα καράβια σε μεγάλη απόσταση από εμάς. Νομίζαμε ότι κάνουν ‘ότι ψάχνουν και μας έχουν παρατήσει να πνιγούμε, ενώ αυτοί ήταν στο σημείο που ήταν μαζεμένοι οι περισσότεροι ναυαγοί. Πέρασε μια ντακότα, πέταξε μια φωτοβολίδα, δεν μας είδε. Ξαναπέρασε πέταξε άλλη μια φωτοβολίδα. Αυτά ανά διαστήματα μισής ώρας, ίσως και 10 λεπτών. Την τρίτη φορά που πέρασε, μας πέταξε ένα μεγάλο κίτρινο σεντόνι, δεν καταλάβαμε τι ήταν, όταν όμως έπεσε στη θάλασσα έγινε μια μεγάλη βάρκα. Αλλά δεν είχαν υπολογίσει καλά τον άνεμο, είχε 8-9 μποφόρ και την έσπρωξε στην αντίθετη πλευρά από εμάς».
Ο Σταύρος Λαγωνικάκης κατάφερε να σωθεί μαζί με τον Ηλία Κουκουνάκη. «Για μένα αυτή η ημέρα είναι αργία. Το ’66 ξαναγεννήθηκα. Χαροπάλευα τόσες ώρες, γλίτωσα, ξαναγεννήθηκα», δήλωσε στο Creta24 ο κ. Λαγωνικάκης που ευγνωμονεί την τύχη του, αλλά δεν ξεχνά ποτέ όσα έγιναν και τους 100άδες ανθρώπους για τους οποίους το «Ηράκλειον» έγινε υγρός τάφος.
Το άρθρο “«Την είδα που πνίγηκε. Είπα, σε λίγο θα πνιγώ κι εγώ» – Συγκλονίζει επιζών του ναυαγίου «Ηράκλειον»“, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο CRETA24.